Ο Γ. Μανιάτης, παρότι μπήκε στην πολιτική δεν υπέκυψε στα τερτίπια της, παρέμεινε κατά βάση τεχνοκράτης και σε μεγάλο βαθμό ρομαντικός διεκδικητής μεγάλων ιδεών.
Υπάρχει η κυβερνητική Ελλάδα του «είμαστε πολύ καλά και με εμάς όλα θα πάνε καλύτερα». Υπάρχει η ΣΥΡΙΖαϊκή Ελλάδα του «τίποτα δεν πάει καλά και χωρίς εμάς όλα θα πάνε χειρότερα». Υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα, που ούτε μηδενίζει ούτε πανηγυρίζει, αλλά προσπαθεί συνεχώς για το καλύτερο. Όχι μόνο επειδή το θέλει, αλλά επειδή μπορεί και το έχει αποδείξει σε δύσκολες εποχές.
Κάτω από τον κουρνιαχτό του TikTok και τον θόρυβο από τις προεκλογικές αντιπαραθέσεις, μπορεί κανένας να βρει υποψήφιους ευρωβουλευτές που ξέρουν ακριβώς τι θέλουν να κάνουν στις Βρυξέλλες. Δεν θα πάνε εκεί για να μάθουν αλλά για να προσφέρουν γνώση, εμπειρία και εξειδίκευση. Ένας από αυτούς είναι ο Γιάννης Μανιάτης, ο «αρχιτέκτονας» της ελληνικής πολιτικής για τους υδρογονάνθρακες και ένας επίμονος μαχητής κατά της κλιματικής κρίσης, με δείγματα γραφής.
Ο Γ. Μανιάτης, παρότι μπήκε στην πολιτική δεν υπέκυψε στα τερτίπια της, παρέμεινε κατά βάση τεχνοκράτης και σε μεγάλο βαθμό ρομαντικός διεκδικητής μεγάλων ιδεών. Γι’ αυτό έχει σημασία όταν, έστω προεκλογικά έστω ως υποψήφιος του ΠΑΣΟΚ -στην πραγματικότητα, αν υπήρχε πανευρωπαϊκό ψηφοδέλτιο θα έπρεπε να είναι ένας από τους εθνικούς υποψήφιους της Ελλάδας- επισημαίνει κάποια στραβά, στους τομείς που υπηρέτησε ως υπουργός και τους οποίους γνωρίζει σε κάθε λεπτομέρεια. Και αυτό το κάνει επειδή αγωνιά όχι γιατί θέλει να καταγγείλει.
Για παράδειγμα, επισημαίνει ότι από το 2014, όταν επί υπουργίας του πρωτοφτιάχτηκαν τα σχέδια διαχείρισης κινδύνου πλημμυρών για κάθε μια από τις 13 Περιφέρειες της χώρας, μέχρι σήμερα, δεν έχουν επικαιροποιηθεί ούτε μια φορά. Οι αρμόδιοι δεν κινητοποιήθηκαν ούτε μετά τις περυσινές καταστροφικές πλημμύρες που κόστισαν και ανθρώπινες ζωές, με αποτέλεσμα να έχουμε διαχειριστικά «μπαλώματα» και όχι επιτελικό σχέδιο. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέπεμψε τη χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το θέμα αυτό.
Άλλο παράδειγμα. «Γιατί ως Ευρώπη στρεφόμαστε στα εισαγόμενα ηλεκτρικά αυτοκίνητα από την Κίνα και τις ΗΠΑ, που κοστίζουν περί τα 30.000 ευρώ το καθένα, χωρίς να χρησιμοποιείται ούτε μια ευρωπαϊκή βίδα σε αυτά και δεν ενισχύουμε τις δικές μας βιομηχανίες;», ρωτά. Η αιτιολογία είναι ότι κάθε ηλεκτρικό αυτοκίνητο σώζει το περιβάλλον από 1.400 κιλά διοξείδιο του άνθρακα ετησίως. Ο ταπεινός ηλιακός θερμοσίφωνας, που κατασκευάζεται στην Ελλάδα και ενισχύει την οικονομία μας, απαντά ο ίδιος, σώζει 1.700 κιλά διοξειδίου του άνθρακα τον χρόνο. Πόσοι ηλιακοί θερμοσίφωνες υπάρχουν στη χώρα μας; Γύρω 1,5 εκατομμύριο. Πόσοι θα μπορούσαν να υπάρχουν; Επιπλέον 4,5 εκατομμύρια.
Τρίτο παράδειγμα, που αφορά τους αγρότες. Το στρέμμα καλλιεργήσιμης γης στην Ελλάδα έχει απόδοση κατά μέσο όρο 170 ευρώ, ενώ στην Ολλανδία έχει 1.200 ευρώ. Τι φταίει; Το δυσβάστακτο κόστος παραγωγής στη χώρα μας. Το 2014, ο Γ. Μανιάτης αξιοποίησε το εργαλείο των ΤΟΕΒ (Τοπικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων). Σε κάθε χωριό με αρδευτικό δίκτυο και ΤΟΕΒ μπορούσε να συγκροτηθεί μια ενεργειακή κοινότητα, με γενική συνέλευση, διοίκηση και ΑΦΜ, προκειμένου να εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά και να μειώσει το κόστος ενέργειας. Αυτό αφορούσε 416 ΤΟΕΒ που επιδοτήθηκαν και μπορούσαν να συνδεθούν στο δίκτυο κατά προτεραιότητα σε σχέση με έναν ιδιώτη.
Ο ηλεκτρικός χώρος σήμερα θεωρείται πιο πολύτιμος και από το νερό και είναι κρίσιμος κρίκος στην αλυσίδα της πράσινης μετάβασης. Ωστόσο, στην Ελλαδα το 30% του παραγόμενου ρεύματος από τις ΑΠΕ πάει χαμένο γιατί το σύστημα δεν έχει τη δυνατότητα να το απορροφήσει. Το κράτος όμως δεν έχει προσχωρήσει στις απαραίτητες επενδύσεις επέκτασης και αναβάθμισης του δικτύου, κόστους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ ετησίως. Το αποτέλεσμα είναι ότι 300.000 αγρότες και δεκάδες δήμοι σε όλη τη χώρα κάνουν αιτήσεις για ηλεκτρικό χώρο, απαντήσεις δεν παίρνουν γιατί χώρος δεν υπάρχει και το χρέος των ΤΟΕΒ μέσα σε δέκα χρόνια εκτοξεύτηκε από 30 στα 100 εκατομμύρια ευρώ. Το πρόβλημα του ηλεκτρικού χώρου είναι πολύ μεγάλο και δεν αφορά μόνο τους αγρότες, αλλά θέτει και πάλι το ερώτημα που κατευθύνονται τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τέτοια πράγματα ακούει κάποιος στις ομιλίες του Γ. Μανιάτη. Συγκεκριμένα προβλήματα της Ελλάδας και της Ευρώπης, όχι γενικότητες, από έναν άνθρωπο που έφαγε με το κουτάλι την απαξίωση του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν αποθαρρύνθηκε, δεν τα παράτησε, δεν επέλεξε τη βολή του. «Αν εκλεγώ, έχω τέσσερις στόχους», δηλώνει και τους απαριθμεί με τη σιγουριά του ανθρώπου που ξέρει από δύσκολες διαπραγματεύσεις, αλλά αγνοεί πλήρως το πολιτικό life style. Είναι άλλου είδους σελέμπριτι. Κάποιοι θέλουν να στείλουν μήνυμα διαμαρτυρίας στην κυβέρνηση, αλλά έχει σημασία πως θα το κάνουν και ποιους θα επιλέξουν για να το επιδώσουν. Αν και ο Γ. Μανιάτης δεν σηματοδοτεί την ψήφο διαμαρτυρίας αλλά μια ψήφο εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό μέλλον μας.