Τι αισθανόμαστε όταν επιτέλους φύγει από το σπίτι μας ένας μαινόμενος κακοποιός που μπήκε για να μας ληστέψει με την απειλή όπλου; Ανακούφιση, που βγήκαμε από αυτή τη δοκιμασία αλώβητοι. Αυτό δεν σημαίνει πως θεωρούμε την παραβίαση του ιδιωτικού μας χώρου και την απώλεια των προσωπικών μας ειδών αμελητέα γεγονότα, ούτε ότι νιώθουμε κερδισμένοι μέσα στην όλη συμφορά· δεν σημαίνει ότι αποδεχόμαστε τις ληστείες με τον όρο να μη μας πονέσουν πολύ· σημαίνει ότι αναλογιζόμαστε τι πάθαμε και τι θα μπορούσαμε να είχαμε πάθει, και χαιρόμαστε που αποφύγαμε τα χειρότερα, τα οποία είναι και εξαιρετικά πιθανά. Κάθε ακραία κατάσταση στη ζωή συνεπάγεται μια στάθμιση διακυβευμάτων: το αγαθό της ανθρώπινης ζωής δεν είναι ένα κλισέ στο οποίο είμαστε εκπαιδευμένοι να αποδίδουμε τιμές, αλλά η βάση υπολογισμού κάθε άλλου αγαθού, η στοιχειώδης προϋπόθεση για τα πάντα. Το να βρίσκει κανείς σ’ αυτή τη διαπίστωση μια «μόνιμη επωδό» είναι μια νίκη της ζωής, ένα προνόμιο. Οπου εκλείπει η επωδός της ζωής, εμφιλοχωρεί ο θρήνος· και ο θρήνος δεν έχει ρεφρέν.
Το μη δεδομένο
Η πρόσφατη ιστορία μαρτυρεί πως ό,τι σήμερα θεωρείται αυτονόητο, πριν από πέντε χρόνια δεν ήταν καθόλου. Στην πραγματικότητα, όμως, ούτε σήμερα είναι: Ποιος μπορεί να πει στους συγγενείς των πιλότων του Canadair που έπεσε την Τρίτη ότι κουράστηκε να ακούει την επωδό «πάνω απ’ όλα η ανθρώπινη ζωή»; Από πού προκύπτει η βεβαιότητα ότι το στοιχειώδες είναι και δεδομένο; Καλώς υπάρχει η σχετική επωδός. Το πρόβλημα με τις ελληνικές πυρκαγιές βρίσκεται αλλού: στην καταφανή έλλειψη προετοιμασίας για το εν πολλοίς αναπόφευκτο κακό, αλλά και στον εφησυχασμό των αρμοδίων. Οι εκκενώσεις –τις οποίες τόσοι και τόσοι νιώθουν την άνεση να χλευάσουν, λες και το Μάτι δεν συνέβη ποτέ ή λες και κάτι τόσο σύνθετο επιχειρησιακά είναι παιχνιδάκι για μια χώρα με την εμβληματική ανοργανωσιά της Ελλάδας– είναι κεφαλαιώδους σημασίας και δικαίως αποτελούν προτεραιότητα. Δεν πρέπει όμως να αποτελούν άλλοθι αδράνειας· δεν πρέπει να προξενούν στο κράτος την εντύπωση ότι το χρέος του εξαντλείται εκεί. Η νοοτροπία «σας σώσαμε τη ζωή, τι άλλο θέλετε;» είναι ενδεικτική ενός μηχανισμού που δεν προτίθεται να κάνει κάτι παραπάνω από το να εμπνέει πρωτόγονη ευγνωμοσύνη: «Σας ευχαριστούμε που μας σώσατε τη ζωή».
Κάτι καταλάβαμε λάθος
Ως ζωή, όμως, δεν λογίζεται μόνο ο εαυτούλης μας με τη στενή έννοια. Ζωή είναι και τα δάση, τα ζώα, τα οικοσυστήματα – όλα εκείνα τα συστατικά που κάνουν τον βίο υγιή και άξιο να βιωθεί. Η ζωή του ανθρώπου δεν σώζεται όταν διασώζεται ο άνθρωπος, αλλά όταν πληρούνται όλες οι προδιαγραφές ώστε να ζει ποιοτικά και με ασφάλεια, σε αρμονία με το περιβάλλον του (το οποίο τείνουμε να ξεχνάμε ότι έχει αυτοτελές δικαίωμα στην επιβίωση – ανεξάρτητα από τον άνθρωπο). Το πρόσφατο tweet του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, το οποίο, ενώ καιγόταν η Ρόδος, μας «καθησύχαζε» ότι οι πληγείσες περιοχές αντιπροσώπευαν λιγότερο από το 10% του τουριστικού προϊόντος του νησιού, εκτός από μνημείο κυνισμού είναι και μια δήλωση για το πώς βλέπει η κυβέρνηση την οικολογική καταστροφή: λογιστικά, αποστασιοποιημένα, με άξονα μια στρεβλή αντίληψη περί τουρισμού που μακροπρόθεσμα θα φανεί κι αυτή επιζήμια. Προφανώς και χαίρεται ένας τουρίστας όταν σώζεται από τις φλόγες ή όταν οι φλόγες καίνε το διπλανό χωριό αντί εκείνου στο οποίο παραθερίζει· πόσο πιθανό είναι να ξαναέρθει όμως;
Αυτοδιόρθωση
Χρειαζόμαστε περισσότερα τεχνοκρατικά εργαλεία, στελέχωση των νευραλγικών τομέων του κράτους με αυστηρά κριτήρια επαγγελματικής κατάρτισης, άκαμπτη πολιτική βούληση, προσεκτικό σχεδιασμό και λιγότερο συναισθηματισμό. Η συγκινησιακή φόρτιση, η οποία προωθείται κατά κόρον στον δημόσιο λόγο («δείτε πόσα γατάκια έσωσε ο γενναίος πυροσβέστης», «δείτε τους Βρετανούς τουρίστες να ευχαριστούν την Ελλάδα με δάκρυα στα μάτια» κ.ο.κ.), ίσως είναι χρήσιμη για την τόνωση του ηθικού, αλλά στην ουσία καλλωπίζει μια τραγωδία, την οποία δεν πρέπει να κανονικοποιούμε τόσο μοιρολατρικά. Ναι, εμπρηστές και φωτιές θα αντιμετωπίζουμε πάντα· ναι, οι ανθρώπινες δυνατότητες έχουν πάντα ένα ταβάνι (χαμηλό ή ψηλό). Αντί να λιβανίζουμε όμως τον ατομικό ή συλλογικό εαυτό μας, θα ήταν προτιμότερο να μαχόμαστε για να τον καλυτερεύσουμε. Συγκεκριμένα πράγματα: Τι πήγε λάθος αυτή τη φορά; Τι δεν λειτούργησε στην πρόληψη και στην κατάσβεση της πυρκαγιάς, που θα μπορούσε να λειτουργήσει; Πώς θα μπορούσαμε να το αλλάξουμε; Μέχρι στιγμής ακούμε μόνο εύσχημες αναφορές στην κλιματική αλλαγή και σε αντίστοιχες πυρκαγιές άλλων χωρών. Αυτό είναι όλο;
Ο χαμηλός πήχυς
Η διαρκής σύγκριση της κυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μια τακτική που, αν απέφερε διά της τρομοκράτησης μερικούς καρπούς την προηγούμενη τετραετία («αν δεν σας κάνουμε εμείς, θυμηθείτε τους προηγούμενους»), πλέον έχει μπαγιατέψει οριστικά. Ο καθένας ορίζει το μέτρο σύγκρισης που του ταιριάζει βέβαια, αλλά κάποια συμπεράσματα υπερβαίνουν τον ετεροπροσδιορισμό: καλός δεν είναι αυτός που είναι καλύτερος από τον κακό.