Οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ε.Ε. μπορούν να καθορίζουν τα τέλη και τα επιτόκιά τους

Με απόδοση ιδίων κεφαλαίων 13,9 %, κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024, η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών ήταν ένατη μεταξύ των 16 χωρών της ευρωζώνης που εξετάστηκαν[1]. Σύμφωνα με μια πρόσφατη ανεξάρτητη ανάλυση, οι ελληνικές τράπεζες υστερούν σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες όσον αφορά τα καθαρά έσοδα από τέλη και προμήθειες, καθώς τα εν λόγω έσοδα αντιπροσωπεύουν περίπου το 17 % των συνολικών λειτουργικών εσόδων κατά μέσο όρο το πρώτο εξάμηνο του 2024, ποσοστό που είναι χαμηλότερο από ένα τυπικό επίπεδο περίπου 22 % στην Ευρώπη[2].

Οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ μπορούν κατ’ αρχήν να καθορίζουν τα τέλη και τα επιτόκιά τους. Οι καταναλωτές και οι καταναλώτριες έχουν επίσης την ελευθερία να επιλέξουν τον πάροχο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους. Ενώ η νομοθεσία της ΕΕ γενικά δεν ρυθμίζει το επίπεδο των χρεώσεων, η οδηγία για τους λογαριασμούς πληρωμών[3] απαιτεί οι υπηρεσίες για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (που αναφέρονται στο άρθρο 17) να προσφέρονται δωρεάν ή έναντι εύλογου τέλους[4].

Σύμφωνα με τις πληροφορίες της Επιτροπής, οι τράπεζες στην Ελλάδα καταβάλλουν φόρους[5]. Οι τράπεζες αντισταθμίζουν αυτές τις φορολογικές υποχρεώσεις με επιλέξιμες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (DTAs) ή αναβαλλόμενες πιστώσεις φόρου (DTCs). Οι ελληνικές τράπεζες έχουν συσσωρεύσει μεγάλες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις λόγω ζημιών που καταλογίστηκαν στο πλαίσιο της σημαντικής αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους το 2012[6] και της σοβαρής ύφεσης που οδήγησε σε δεκάδες δισ. ευρώ σε προβλέψεις και, ως εκ τούτου, στη δημιουργία νέων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Σημαντικό μέρος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες καλύπτονται από κρατική εγγύηση, είναι αναβαλλόμενες πιστώσεις φόρου και χαρακτηρίζονται ως κεφάλαιο CET1[7]. Τον Ιούνιο του 2024, οι αναβαλλόμενες πιστώσεις φόρου ανήλθαν σε 12,5 δισ. ευρώ[8] και ακολουθούν ετήσιο χρονοδιάγραμμα γραμμικής απόσβεσης που λήγει το 2041. Επιπλέον, στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα επιβάλλεται φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.

Όσον αφορά την παρακράτηση φόρου 5 % επί των μερισμάτων, η φορολογία αποτελεί αρμοδιότητα των αρχών των κρατών μελών.

 

[1] Στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σχετικά με την τραπεζική εποπτεία.
[2] Ανάλυση της Morningstar DBRS, Φεβρουάριος 2025.
[3] Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 214).
[4] Το άρθρο 18 διευκρινίζει ότι τα εύλογα τέλη καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τα εθνικά επίπεδα εισοδήματος και τα μέσα τέλη που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στο οικείο κράτος μέλος για τις υπηρεσίες που παρέχονται σε λογαριασμούς πληρωμών.
[5] Ο ονομαστικός συντελεστής φορολογίας εταιρειών στην Ελλάδα για τα πιστωτικά ιδρύματα που εμπίπτουν στις απαιτήσεις του άρθρου 27Α του νόμου 4172/2013 είναι 29 %, ενώ για τις υπόλοιπες νομικές οντότητες είναι 22 %.
[6] «Συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα».
[7] Κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1.
[8] Ή 50 % του κεφαλαίου CET1 των τραπεζών.

Η Επιτροπή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα σε ολόκληρη την ΕΕ. Με απόδοση ιδίων κεφαλαίων 13,9 %, κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024, η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών ήταν ένατη μεταξύ των 16 χωρών της ευρωζώνης που εξετάστηκαν1. Η Επιτροπή είναι ενήμερη για την πρόσφατη παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης στην ελληνική τραπεζική αγορά, η οποία μείωσε ή κατάργησε έξι είδη τραπεζικών προμηθειών2. Η Επιτροπή δεν έχει καμία ένδειξη ότι οι τραπεζικές προμήθειες στην Ελλάδα δεν είναι σύμφωνες με τη νομοθεσία της ΕΕ.

Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τη νομοθεσία, οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ είναι ελεύθερες να καθορίζουν τις προμήθειες και τα επιτόκια τους κατά την κρίση τους. Η νομοθεσία της ΕΕ γενικά δεν ρυθμίζει τις προμήθειες και τις χρεώσεις ούτε καθορίζει το ύψος τους3. Εξαιρέσεις από αυτή την προσέγγιση αποτελούν η οδηγία για τους λογαριασμούς πληρωμών4, η οποία απαιτεί οι υπηρεσίες για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά να προσφέρονται δωρεάν ή μόνο έναντι εύλογου τέλους, ο κανονισμός για τις άμεσες πληρωμές5, ο οποίος απαιτεί τα τέλη για τις άμεσες μεταφορές πίστωσης να μην είναι υψηλότερα από τα τέλη για τις τακτικές μεταφορές πίστωσης, και η οδηγία για την καταναλωτική πίστη6, η οποία απαιτεί από τα κράτη μέλη να θεσπίζουν μέτρα που διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να χρεώνονται με υπερβολικά υψηλά χρεωστικά επιτόκια, συνολικά ετήσια πραγματικά επιτόκια ή συνολικό κόστος πίστωσης.

Ενώ ο νομοθέτης της ΕΕ έχει ρυθμίσει τα τέλη σε ορισμένες περιπτώσεις και έχει λάβει μέτρα για τη διασφάλιση της διαφάνειας των τελών, ώστε να μπορούν οι καταναλωτές να κάνουν συνειδητές επιλογές, η Επιτροπή δεν προτίθεται επί του παρόντος να περιορίσει τα τραπεζικά τέλη γενικότερα.

1 Στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με την τραπεζική εποπτεία.

2 https://minfin.gov.gr/apo-simera-meionontai-i-katargountai-oi-6-vasikes-trapezikes-promitheies-gia- ekatommyria-polites/

3 Για πληροφορίες σχετικά με τους εθνικούς κανόνες, βλ. την έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών με τίτλο

«Thematic review on the transparency and level of fees and charges for retail banking products» (Θεματική αξιολόγηση σχετικά με τη διαφάνεια και το επίπεδο των τελών και χρεώσεων για προϊόντα λιανικής τραπεζικής). https://www.eba.europa.eu/sites/default/files/document_library/Publications/Reports/2022/1045497/Report%20o n%20the%20thematic%20review%20on%20fees%20and%20charges.pdf

4 Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ), ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 214.

5 Κανονισμός (ΕΕ) 2024/886 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 260/2012 και (ΕΕ) 2021/1230 και των οδηγιών 98/26/ΕΚ και

(ΕΕ) 2015/2366 όσον αφορά τις άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ), EE L, 2024/886, 19.3.2024.

6 Οδηγία (ΕΕ) 2023/2225 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Οκτωβρίου 2023, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές και την κατάργηση της οδηγίας 2008/48/ΕΚ, EE L, 2023/2225, 30.10.2023.

Μοιραστείτετο

Σχετικές δημοσιεύσεις